[Ο ΠΑΚ είναι ένα ξωτικό υπηρέτης του Βασιλιά του Δάσους, Όμπερον]
ΠΑΚ: Με γνώρισες με μιας , το ομολογώ
Ο Πάκ αυτοπροσώπως είμαι εγώ
Του βασιλιά του δάσους ο πιστός
Του Όμπερον ο γελωτοποιός
Όπου περάσω και σταθώ
Πράμα δεν μένει ορθό
Αν τύχει κι είμαι πουθενά κανείς δεν ησυχάζει
Όποιος νυστάζει ξαγρυπνά
Κι όποιος κρυώνει σκάζει
Μα όποιον κακομοίρη που τρομάξει
Και κάνει η καρδούλα του τικ – τακ
Αν κάτι τον φωτίσει και με κράξει
«Πνεύμα μου» μου πει «καλέ μου Πάκ»
τότε εν ριπή οφθαλμού εγώ του κάνω το χατίρι
γίνομαι άγγελος φρουρός αντί για πειραχτήρι
Ο Πάκ αυτοπροσώπως είμαι εγώ
Του βασιλιά του δάσους ο πιστός
Του Όμπερον ο γελωτοποιός
Όπου περάσω και σταθώ
Πράμα δεν μένει ορθό
Αν τύχει κι είμαι πουθενά κανείς δεν ησυχάζει
Όποιος νυστάζει ξαγρυπνά
Κι όποιος κρυώνει σκάζει
Μα όποιον κακομοίρη που τρομάξει
Και κάνει η καρδούλα του τικ – τακ
Αν κάτι τον φωτίσει και με κράξει
«Πνεύμα μου» μου πει «καλέ μου Πάκ»
τότε εν ριπή οφθαλμού εγώ του κάνω το χατίρι
γίνομαι άγγελος φρουρός αντί για πειραχτήρι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου